Ένα από τα σπουδαιότερα μνημεία της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής βρίσκεται στη θέση «Βάσσες» του όρους Κωτιλίου, στην ευρύτερη περιοχή της Ανδρίτσαινας Ηλείας και της Αμπελιώνας Μεσσηνίας. Πρόκειται για τον ναό του Επικούριου Απόλλωνα, έργο που αποδίδεται στον Ικτίνο, τον αρχιτέκτονα του Παρθενώνα.

Ο Παυσανίας, μάλιστα, τον θεωρεί το δεύτερο μετά της Τεγέας πελοποννησιακό ναό σε κάλλος και αρμονία (8.41.8).

Η ανέγερσή του τοποθετείται στο 420-400 π.Χ. Ο ναός συνδυάζει τα αρχαϊκά χαρακτηριστικά, επιβεβλημένα από την συντηρητική θρησκευτική παράδοση των Αρκάδων, με τα νέα αρχιτεκτονικά γνωρίσματα της κλασικής εποχής.

Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα έχει θεμελιωθεί πάνω σε βράχο, σε ειδικά διαμορφωμένο πλάτωμα. Ο προσανατολισμός του δεν είναι ο συνήθης, δηλαδή Α-Δ, αλλά Β-Ν, κάτι που πάντως παρατηρείται σε αρκαδικούς ναούς και που έχει σχέση με την τοπική θρησκευτική παράδοση.

Για την κατασκευή του έχει χρησιμοποιηθεί ανοιχτόχρωμος τοπικός ασβεστόλιθος, και κάποια μέρη της οροφής, τα κιονόκρανα του σηκού και ο γλυπτός διάκοσμος είναι από μάρμαρο. Ο ναός είναι ο μοναδικός που συνδυάζει στοιχεία των τριών αρχιτεκτονικών ρυθμών της αρχαιότητας. Είναι δωρικός, περίπτερος, δίστυλος εν παραστάσι, με πρόναο, σηκό, άδυτο και οπισθόδομο.

Το ναό περιέτρεχε εξωτερικά δωρική ζωφόρος με ακόσμητες μετόπες και τρίγλυφα, ενώ ανάγλυφη διακόσμηση έφεραν μόνο οι εσωτερικές μετόπες των στενών πλευρών. Οι έξι μετόπες του πρόναου απεικόνιζαν την επιστροφή του Απόλλωνα στον Όλυμπο από τις Υπερβόρειες χώρες, και του οπισθόδομου την αρπαγή των θυγατέρων του Μεσσήνιου βασιλιά Λεύκιππου από τους Διόσκουρους. Τα αετώματα δεν είναι βέβαιο ότι έφεραν γλυπτό διάκοσμο.

Το βασικότερο διακοσμητικό στοιχείο του ναού ήταν η μαρμάρινη ιωνική ζωφόρος, που υπήρχε πάνω από τους ιωνικούς ημικίονες μέσα στο σηκό. Είχε συνολικό μήκος 31 μ. και αποτελείτο από 23 μαρμάρινες πλάκες. Στις 12 απεικονίζεται η Αμαζονομαχία και στις υπόλοιπες 11 η Κενταυρομαχία. Κατά την ανασκαφή του 1812 οι πλάκες βρέθηκαν σκεπασμένες με αρχιτεκτονικά μέλη στο σηκό και το 1815 μεταφέρθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο, όπου και εκτίθενται σήμερα. Γλύπτης της ζωφόρου ίσως ήταν ο Παιώνιος, που φιλοτέχνησε στην Ολυμπία το περίφημο άγαλμα της Νίκης.

Ο ναός εξακολούθησε να χρησιμοποιείται στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια, οπότε γίνονταν επιδιορθώσεις στην κεράμωσή του. Η πρώτη σημαντική καταστροφή του σημειώθηκε όταν έπεσε η στέγη του, λόγω της φυσικής φθοράς των ξύλινων δοκών που τη συγκρατούσαν, ενώ σοβαρές ζημιές υπέστη και από την ανθρώπινη επέμβαση, που έγινε για την απόσπαση του μετάλλου των συνδέσμων. Ο ναός ταυτίσθηκε επιτυχώς το 1765 από το Γάλλο αρχιτέκτονα J. Bocher και η πρώτη συστηματική ανασκαφή του έγινε το 1812. Ανασκαφές και αναστηλωτικές επεμβάσεις ξεκίνησαν το 1902 από την Αρχαιολογική Εταιρεία, ενώ το 1975 συστάθηκε η Επιτροπή Συντηρήσεως του Ναού του Επικουρίου Απόλλωνος, που ανέλαβε τον προγραμματισμό και τη σύνταξη των σχετικών μελετών για τα έργα συντήρησης και αναστήλωσης. Το 1982 έγινε ανασύσταση της επιτροπής και το Υπουργείο Πολιτισμού ανέλαβε συστηματικά το εξαιρετικά δύσκολο έργο αποκατάστασης του μνημείου. Από το 1987 ο ναός προστατεύεται από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες με ειδικό στέγαστρο, που θα απομακρυνθεί μετά την ολοκλήρωση των απαραίτητων εργασιών.

Στις αίθουσες του Βρετανικού Μουσείου του Λονδίνου δεν φιλοξενούνται μόνον τα περίφημα γλυπτά του Παρθενώνα. Στο ίδιο μουσείο, στην Αίθουσα 16, εκτίθενται είκοσι τρεις μαρμάρινες πλάκες του ναού του Επικούριου Απόλλωνα.

Οι πλάκες αυτές, οι οποίες εντοπίστηκαν στην ανασκαφή του 1812 και μεταφέρθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο το 1815, συναποτελούσαν τη μαρμάρινη ιωνική ζωφόρο που υπήρχε πάνω από τους ιωνικούς ημικίονες μέσα στο σηκό. Στις δώδεκα πλάκες απεικονίζεται η Αμαζονομαχία και στις υπόλοιπες έντεκα η Κενταυρομαχία.

Η προαναφερθείσα ζωφόρος, που συνιστούσε το βασικότερο διακοσμητικό στοιχείο του περίπτερου ναού, είχε συνολικό μήκος 31 μ. και ήταν έργο πιθανώς του γλύπτη Παιωνίου, του δημιουργού του φημισμένου αγάλματος της Νίκης στην Αρχαία Ολυμπία.

Πληροφορίες: ilia-olympia.org

Location

Ναός Επικούριου Απόλλωνα